Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Bruxelles  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [brukˈsɛl], [brusˈsɛl]

οι Βρυξέλλες (f.)


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  bruttura bua  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


cavolini [αρσ. πλυθ.] di Bruxelles = τα λαχανάκια Βρυξελλών


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

bruttare (ρ. μτβ.)
bruttezza (θηλ.ουσ)
brutto (ουσ αρσ )
brutto (επίθ.)
bruttura (θηλ.ουσ)
bruxelles (θηλ.ουσ)
bua (θηλ.ουσ)
buaggine (θηλ.ουσ)
bubbola (θηλ.ουσ)
bubboliera (θηλ.ουσ)
bubbolo (ουσ αρσ )
bubbone (ουσ αρσ )
bubbonico (επίθ.)
buca (θηλ.ουσ)
bucaneve (ουσ αρσ )
bucaniere (ουσ αρσ )
bucare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
bucarsi (ρ. μ. αμτβ.)
bucataio (ουσ αρσ )
bucatini (ουσ αρσ πληθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---