Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbisettrìce
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,bisetˈtriʧe] 1 διχοτόμος 2 γραμμή διχοτόμου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |