Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbenportànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [,bɛnporˈtante] 1 θαλερός 2 κοτσονάτος 3 ζωηρός (για γέρο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |