Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbastévole
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [basˈtevole] 1 ικανός 2 κάμποσος 3 επαρκής 4 αρκετός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |