Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


appartàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [apparˈtare]

1 αποχωρίζω
2 χωρίζω
3 διαχωρίζω
4 διασπώ
5 διχάζω

appartàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [apparˈtarsi]

1 διαχωρίζω
2 αποσύρομαι
3 υποχωρώ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  appartamento appartato  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

apparire (ρ.αμτβ.)
appariscente (επίθ.)
appariscenza (θηλ.ουσ)
apparizione (θηλ.ουσ)
appartamento (ουσ αρσ )
appartare (ρ. μτβ.)
appartarsi (ρ. μ. αμτβ.)
appartato (αρσ. επίθ και ουσ)
appartenente (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
appartenenza (θηλ.ουσ)
appartenere (ρ.αμτβ.)
appassimento (ουσ αρσ )
appassionante (επίθ.)
appassionare (ρ. μτβ.)
appassionarsi (ρ. μ. αμτβ.)
appassionato (ουσ αρσ )
appassionato (επίθ.)
appassire (ρ. μτβ. και αμετβ.)
appassirsi (ρ. μ. αμτβ.)
appassito (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---