ItalianoGreco


Αποσαφήνιση

Η αναζήτηση σας έδωσε περισσότερα αποτελέσματα:
  • () ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ
  • ()

àncora  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈankora]

η άγκυρα


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ancora un altro = ακόμα ένας || avere ancora molto tempo = έχω μέλλον



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---