Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόacquietàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [akkwjeˈtare] 1 κατευνάζω 2 καθησυχάζω acquietàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [akkwjeˈtarsi] 1 αφήνομαι στο θέλημα του Θεού 2 ηρεμώ 3 ησυχάζω 4 παραιτούμαι 5 γαληνεύω 6 υποτάσσομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |