Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόacquisitrice
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [akkwiziˈtriʧe] 1 αγοράστρια 2 πελάτισσα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |