Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόacquisizióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [akkwizitˈtsjone] 1 απόκτημα 2 κτήση 3 ψώνισμα 4 απόκτηση 5 πρόσκτηση 6 αγορά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |