Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόacconciatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [akkonʧaˈtura] 1 χτένισμα 2 κόμμωση 3 κάλυμμα του κεφαλιού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |