ItalianoGreco


acciarpàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [atʧarˈpare]

1 μπαλώνω βιαστικά
2 μερεμετίζω πρόχειρα
3 κάνω άτεχνα
4 επισκευάζω τσαπατσούλικα
5 επισκευάζω πρόχειρα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---