Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκαρφιτσώνω
ρήμα μεταβατικό fissa`re con uno spillo, appunta`re qualcosa con gli spilli, spilla`re καρφιτσώνω μαζί δύo χαρτιά == spillare due fogli permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |