Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Καρχηδόνιοι
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός

storia i cartagine`si ~mp~

Καρχηδόνιος
ουσιαστικό αρσενικό

cartagine`se ~mf~, pu`nico ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καρχηδονιακός καρωτίδα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---