διαμαρτύρομαι
ρήμα παθητικό
protesta`re; reclama`re διαμαρτύρομαι ενάντια σε μια αδικία==protestare contro un'ingiustizia | θα διαμαρτυρηθώ στις αρμόδιες αρχές==reclamerò presso le autorità competenti
διαμαρτυρώ
ρήμα μεταβατικό
economia manda`re in prote`sto