Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιαμαρτύρηση
ουσιαστικό θηλυκό 1 economia prote`sto ~m~ διαμαρτύρηση συναλλαγματικής==protesto di una cambiale 2 religione protestante`simo ~m~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |