Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αδέσποτος  
επίθετο

di animale senza padro`ne; randa`gio τα αδέσποτα σκυλιά==cani randagi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αδέσμευτος άδετος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---