Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

nazionalìsta (επίθ.) nebulósa (θηλ.ουσ)
nazionalìstico (επίθ.) nebulosità (θηλ.ουσ)
nazionalità (θηλ.ουσ) nebulóso (αρσ. επίθ και ουσ)
nazionalizzàre (ρ. μτβ.) nécessaire (ουσ αρσ )
nazionalizzazióne (θηλ.ουσ) necessariaménte (επίρ.)
nazionalménte (επίρ.) necessàrio (ουσ αρσ )
nazionalsocialìsmo (ουσ αρσ ) necessàrio (επίθ.)
nazionalsocialìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) necessità (θηλ.ουσ)
nazióne (θηλ.ουσ) necessitàre (ρ.αμτβ.)
nazìsmo (ουσ αρσ ) necessitàre (ρ. μτβ.)
nazìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) necrobiòsi (θηλ.ουσ)
nazzarèno (αρσ. επίθ και ουσ) necrofagìa (θηλ.ουσ)
ne (προσωπ. αντων. e επίρ.) necròfago (αρσ. επίθ και ουσ)
(σύνδ.) necrofilìa (θηλ.ουσ)
neànche (επίρ.) necròfilo (αρσ. επίθ και ουσ)
nébbia (θηλ.ουσ) necrofobìa (θηλ.ουσ)
nebbiògeno (επίθ.) necròforo (ουσ αρσ )
nebbiòlo (ουσ αρσ ) necrologìa (θηλ.ουσ)
nebbióne (ουσ αρσ ) necrològico (επίθ.)
nebbiosità (θηλ.ουσ) necrològio (ουσ αρσ )
nebbióso (επίθ.) necrologìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
nebulàre (επίθ.) necròpoli (θηλ.ουσ)
nebulizzàre (ρ. μτβ.) necroscopìa (θηλ.ουσ)
nebulizzatóre (ουσ αρσ ) necroscòpico (επίθ.)
nebulizzazióne (θηλ.ουσ) necròsi, nècrosi (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: