Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnebulizzazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [nebuliddzatˈtsjone] 1 εξαέρωση 2 εξάτμιση 3 ράντισμα 4 ατμοποίηση 5 ψεκασμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |