Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnebulizzatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [nebuliddzaˈtore] 1 ραντιστήρι 2 ψεκαστήρας 3 ραντιστήρας 4 ψεκαστήρα 5 εξαερωτήρας 6 εξατμιστήρας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |