Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

nòve (αρσ. επίθ και ουσ) novendiàle (αρσ. επίθ και ουσ)
novecentésco (επίθ.) novennàle (επίθ.)
novecentèsimo (αρσ. επίθ και ουσ) novènne (ουσ αρσ )
novecentìsmo (ουσ αρσ ) novènne (θηλ.ουσ)
novecentìsta (ουσ αρσ και θηλ.) novènne (επίθ.)
novecentìsta (επίθ.) novènnio (ουσ αρσ )
novecentìstico (επίθ.) noveràre (ρ. μτβ.)
novecènto (ουσ αρσ ) nòvero (ουσ αρσ )
novecènto (επίθ.) novilùnio (ουσ αρσ )
novèlla (θηλ.ουσ) novìssimo (αρσ. επίθ και ουσ)
novellàme (ουσ αρσ ) novità (θηλ.ουσ)
novellàre (ρ. μτβ. και αμετβ.) novìzia (θηλ.ουσ)
novellatóre (ουσ αρσ ) noviziàto (ουσ αρσ )
novellétta (θηλ.ουσ) novìzio (αρσ. επίθ και ουσ)
novellière (ουσ αρσ ) novocaìna (θηλ.ουσ)
novellìno (ουσ αρσ ) nozionàle (επίθ.)
novellìno (επίθ.) nozióne (θηλ.ουσ)
novellìsta (ουσ αρσ και θηλ.) nozionìsmo (ουσ αρσ )
novellìstica (θηλ.ουσ) nozionìstico (επίθ.)
novèllo (αρσ. επίθ και ουσ) nòzze (θηλ.ουσ)
novèmbre (ουσ αρσ ) nuànce (θηλ.ουσ)
novembrìno (επίθ.) nùbe (θηλ.ουσ)
novemìla ( απόλ. αριθμ. επίθ.) nubifràgio (ουσ αρσ )
novèna (θηλ.ουσ) nubilàto (ουσ αρσ )
novenàrio (επίθ.) nùbile (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: