Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

tedòforo (αρσ. επίθ και ουσ) teleabbonàto (ουσ αρσ )
teen-ager (ουσ αρσ και θηλ.) teleàrma (θηλ.ουσ)
tefrìte (θηλ.ουσ) teleautógrafo (ουσ αρσ )
tegàme (ουσ αρσ ) telebórsa (θηλ.ουσ)
tegamìno (ουσ αρσ ) telebùssola (θηλ.ουσ)
téglia (θηλ.ουσ) telecabìna (θηλ.ουσ)
tégola (θηλ.ουσ) telecàmera (θηλ.ουσ)
tegolàta (θηλ.ουσ) telecinematografìa (θηλ.ουσ)
tégolo (ουσ αρσ ) telecinèsi (θηλ.ουσ)
tegumentàle (επίθ.) telecinètico (επίθ.)
tegumentàrio (επίθ.) telecomandàre (ρ. μτβ.)
teguménto (ουσ αρσ ) telecomandàto (επίθ.)
teicoltóre (ουσ αρσ ) telecomàndo (ουσ αρσ )
teicoltùra (θηλ.ουσ) telecompositrìce (θηλ.ουσ)
teièra (θηλ.ουσ) telecomunicazióne (θηλ.ουσ)
teìna (θηλ.ουσ) teleconferènza (θηλ.ουσ)
teìsmo (ουσ αρσ ) telecopiatrìce (θηλ.ουσ)
teìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) telecrònaca (θηλ.ουσ)
teìstico (επίθ.) telecronìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
tèk (ουσ αρσ ) telediffóndere (ρ. μτβ.)
téla (θηλ.ουσ) telediffusióne (θηλ.ουσ)
telàggio (ουσ αρσ ) teledràmma (ουσ αρσ )
telàio (ουσ αρσ ) teleelaborazióne (θηλ.ουσ)
telamóne (ουσ αρσ ) telefèrica (θηλ.ουσ)
telàto (επίθ.) telefèrico (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: