Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόteleelaborazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,tɛleelaboratˈtsjone] 1 τηλεπεξεργασία 2 επεξεργασία μέσω τερματικού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |