Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvaleriànico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [valeˈrjaniko] 1 βαλερικός 2 εστέρας-άλας βαλερικού οξέως permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |