ItalianoGreco


unificàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [unifiˈkare]

1 ενοποιώ
2 συνενώνω πολλά σε ένα
3 ενώνω
4 τυποποιώ
5 συγχωνεύω

unificarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [unifiˈkarsi]

1 ενώνομαι
2 ενοποιούμαι
3 συγχωνεύομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---