Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtroneggiàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [tronedˈʤare] 1 επικυριαρχώ 2 υπερέχω 3 επισκιάζω 4 κυριαρχώ 5 επικρατώ 6 εξουσιάζω 7 δεσπόζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |