Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtròppo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈtroppo] υπερβολικός (-ή, -ό) tròppo αντωνυμία Προσφορά I.P.A.: [ˈtroppo] πάρα πολύ (-λή, -ύ) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |