Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrasmissibilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [trazmissibiliˈta] 1 διαβιβασιμότητα 2 μεταβιβασιμότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |