Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrasméttere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [trazˈmettere] μεταδίδω trasmettersi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [trazˈmettersi] 1 διαδίδομαι 2 μεταβιβάζομαι permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαessere trasmesso = βγαίνω στον αέρα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |