Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtirànno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [tiˈranno] τύραννος tirànno επίθετο Προσφορά I.P.A.: [tiˈranno] 1 καταπιεστικός 2 τυραννικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |