ItalianoGreco


tiràto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [tiˈrato]

1 τσιτωμένος
2 ζορισμένος
3 σφιχτοχέρης
4 τσιγκούνης
5 τεντωμένος
6 σφιχτός
7 τεταμένος
8 τραβηγμένος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---