Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsvillaneggiaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [zvillanedʤaˈmento] 1 περιύβριση 2 προσβολή 3 σκυλόβρισμα 4 βρίσιμο 5 εξύβριση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |