Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsventolaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [zventolaˈmento] 1 πεταλούδισμα 2 φτερούγισμα 3 ανέμισμα 4 κυμάτισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |