Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsventagliàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [zventaʎˈʎare] 1 αναρριπίζω 2 ριπίζω sventagliarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [zventaʎˈʎarsi] κάνω αέρα με βεντάλια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |