statùto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [staˈtuto]
1 καταστατικό σωματείου κλπ
2 κανονισμός λειτουργίας
3 κανόνες δεοντολογίας
4 καταστατικό
5 σύμβαση ίδρυσης
6 καταστατικός χάρτης
7 νόμος διεθνής ίδρυσης θεσμού
8 νόμος
9 νομοθέτημα
10 συγκρότηση
11 ίδρυση
12 ψήφισμα
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [staˈtuto]
1 καταστατικό σωματείου κλπ
2 κανονισμός λειτουργίας
3 κανόνες δεοντολογίας
4 καταστατικό
5 σύμβαση ίδρυσης
6 καταστατικός χάρτης
7 νόμος διεθνής ίδρυσης θεσμού
8 νόμος
9 νομοθέτημα
10 συγκρότηση
11 ίδρυση
12 ψήφισμα
permalink
statuto (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android