Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsputacchiàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [sputakˈkjare] 1 πετάω σάλια ή τροφές μιλώντας 2 βγάζω φτύνοντας 3 φτύνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |