Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsquàdra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈskwadra] 1 (gruppo di persone) η ομάδα 2 (strumento) το αλφάδι permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαsquadra [θηλ.] mobile = το τμήμα άμεσης δράσης Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |