Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspoliazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [spoljatˈtsjone] 1 λεηλασία 2 διαρπαγή 3 πειρατεία 4 λάφυρο 5 σύληση 6 έξωση 7 κούρσεμα 8 διαγούμισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |