Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspòla
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈspɔla] 1 μασούρι 2 μπομπίνα 3 νήμα σε μασούρι 4 μηχανισμός νήματος ραπτομηχανής 5 καρούλι 6 κουβαρίστρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |