Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscorbutamìna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [skorbutaˈmina] 1 βιταμίνη C 2 ασκορβικό οξύ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |