Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sconcòrde  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [skonˈkɔrde]

1 παράτονος
2 παράφωνος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sconcordanza scondito  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

sconclusionatamente (επίρ.)
sconclusionatezza (θηλ.ουσ)
sconclusionato (αρσ. επίθ και ουσ)
sconcordante (επίθ.)
sconcordanza (θηλ.ουσ)
sconcorde (επίθ.)
scondito (επίθ.)
sconfacente (επίθ.)
sconfessare (ρ. μτβ.)
sconfessionalizzare (ρ. μτβ.)
sconfessionalizzazione (θηλ.ουσ)
sconfessione (θηλ.ουσ)
sconficcamento (ουσ αρσ )
sconficcare (ρ. μτβ.)
sconfiggere (ρ. μτβ.)
sconfinamento (ουσ αρσ )
sconfinare (ρ.αμτβ.)
sconfinatamente (επίρ.)
sconfinatezza (θηλ.ουσ)
sconfinato (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---