Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsconfinatézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [skonfinaˈtettsa] 1 άπειρο 2 σύμπαν 3 ανυπαρξία ορίων 4 ανυπαρξία συνόρων 5 άπειρο πλήθος 6 απειρία 7 απεραντότητα 8 απεραντοσύνη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |