Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόschiacciàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [skjatˈʧata] 1 ζούπισμα 2 θλίψη 3 ζούλημα 4 ζούληγμα 5 λιώσιμο 6 ζούλισμα 7 σφίξιμο 8 σύνθλιψη 9 πάτημα 10 καργάρισμα 11 συμπίεση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |