Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscheletrìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [skeleˈtrire] 1 μειώνω σε σκελετό 2 σκελετοποιώ scheletrirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [skeleˈtrirsi] γίνομαι σκελετός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |