Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόschematìsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [skemaˈtizmo] 1 σχέδιο 2 σχηματογραφία 3 σχηματισμός 4 συστηματική διάταξη εξαρτημάτων permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |