Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscaturìgine
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [skatuˈriʤine] 1 κεφαλόβρυσο 2 καταγωγή 3 αρχή 4 ανάβλυση 5 πηγή 6 κεφαλάρι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |