Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsaturnàle
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [saturˈnale] ο του Κρόνου saturnali ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός Προσφορά I.P.A.: [saturˈnali] 1 όργια 2 φεστιβάλ Κρόνου αρχαίας Ρώμης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |