Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsatóllo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [saˈtollo] 1 μπουχτισμένος 2 σκασμένος στο φαγητό 3 παραχορτασμένος 4 χορτασμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |