Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsaccaròide
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [sakkaˈrɔjde] 1 σακχαροειδής 2 με υφή ζάχαρης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |