Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrumoreggiànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [rumoredˈʤante] 1 βροντώδης 2 εκκωφαντικός 3 θορυβώδης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |