ItalianoGreco


rostràto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [rosˈtrato]

1 ραμφοειδής
2 ρυγχοειδής
3 διακοσμημένος με διακοσμητικά έμβολα (σαν των αρχαίων ρωμαὶκών πλοίων)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---